Ένα όμορφο παιχνίδι ή μια έξυπνη οφθαλμαπάτη;
Γενικά, δεν με έχετε δει πολλές φορές να λέω τη γνώμη μου για μεγάλα (ΑΑΑ) παιχνίδια, κι αυτό γιατί συνήθως απογοητεύομαι εύκολα, όπως επίσης και γιατί μέχρι και πριν λίγο καιρό δεν είχα το κατάλληλο PC για να μπορέσω να τα δοκιμάσω. Σημαντική λεπτομέρεια το δεύτερο. Έχοντας πλέον λοιπόν τα μέσα για αυτό, ήθελα το πρώτο μου παιχνίδι να είναι κάτι που πραγματικά ήθελα να το δοκιμάσω πολύ.
Έτσι λοιπόν, η μοίρα αποφάσισε ότι το εκλεκτό παιχνίδι θα ήταν το Marvel’s Midnight Suns, των 2Κ και Firaxis Games, κυκλοφορία και ανάπτυξη αντίστοιχα. Ένα, κατά βάση, card game, το οποίο όμως συνδυάζει, αρκετά αρμονικά, στοιχεία από RPG, Adventure και Strategy παιχνίδια με το turn-based σύστημα μάχης του. Για εμένα, θεωρητικά, ήταν μια πολύ εύκολη απόφαση. Βλέπετε είμαι Marvel-άκιας από τα γεννοφάσκια μου, πιάνοντας στα χέρια μου τα πρώτα comics στην ηλικία των 4-5 ετών. Εννοείται βέβαια πως πολύ αργότερα άρχισα να καταλαβαίνω τι κράταγα στα χέρια μου και όλα όσα μπορεί να σου προσφέρει ένα comic, όμως αυτό δεν είναι της παρούσης. Απλά θέλω να καταλάβετε πως η σχέση μου με τους χαρακτήρες της εταιρίας πάει αρκετά χρόνια πίσω. Ήταν σαν τη Lacta ένα πράγμα, η πρώτη μου αγάπη.
Επίσης, πριν αρχίσω να μιλάω για το εν λόγω παιχνίδι, θα πρέπει να σας πω ακόμη μια μικρή λεπτομέρεια. Ίσως το αγαπημένο μου παιχνίδι, ever, να είναι το Marvel Ultimate Alliance, μιλάμε για εποχές PlayStation 2 τώρα. Ένα παιχνίδι το οποίο σου πέταγε έναν σκασμό από ήρωες (αλλά και villains) στη διάθεσή σου και σε έβαζε να διαλέξεις μια ομάδα από 4 χαρακτήρες και να αρχίσεις το ξύλο. Έχοντας και τη νοοτροπία του RPG, με τους χαρακτήρες να εξελίσσονται και να ανεβαίνουν σε levels και skills, αλλά έχοντας και το κομμάτι του co-op, είτε παίζοντας παρέα με έναν φίλο σας local, είτε και μόνος σας, προσπαθώντας να συνδυάσετε τις ικανότητες των χαρακτήρων της ομάδας σας.
Τώρα, για όσους ρωτάνε γιατί κάθομαι και αναλύω ένα άλλο παιχνίδι, αντί για αυτό που πρέπει να κάνω review, θα σας πω να κάνετε λίγη υπομονή, μπορεί σαν δείγμα να μην είναι ενθαρρυντικό, όμως έπρεπε να γίνει και θα καταλάβετε γιατί το έκανα.
Κι αφού μου χαλάσατε την ροή του λόγου μου με τις ερωτήσεις σας, ας περάσουμε στο κύριο πιάτο της βραδιάς. Το Marvel’s Midnight Suns. Ένα παιχνίδι το οποίο μέσα μόλις στα πρώτα λεπτά του με άφησε με το στόμα ανοιχτό. Όμως αυτό δεν κράτησε για πολύ.
Μετά τη σφαλιάρα που δέχθηκαν οι παίχτες με το Marvel’s Avengers, πίστευα πως η δουλειά που θα έχει γίνει στο MMS θα ήταν 10 φορές πιο προσεκτική. Και πραγματικά, ήταν. Απλά δυστυχώς όχι σε όλους τους τομείς. Και το ακόμα πιο “δυστυχώς” είναι ότι στους τομείς που υστερούσε το παιχνίδι, έκανε περισσότερο μπαμ κι από πυροτεχνήματα την Πρωτοχρονιά.
Αλλά θα αρχίσω εννοείται με τα θετικά. Με το πιο κύριο να είναι η εικόνα του. Δεν θα μπω στη διαδικασία να πω πάνω σε ποια μηχανή γραφικών δημιουργήθηκε, ούτε τι τεχνικές έκαναν οι developers στη διαδικασία ανάπτυξής του. Θα πω απλά ότι αυτό που έβλεπαν τα μάτια μου, από τα cinematics, μέχρι το gameplay, ήταν πανέμορφο. Ακόμα και οι παραμικρές λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα ένα μειδίαμα ενός χαρακτήρα, ήταν αποτυπωμένο στην οθόνη πεντακάθαρα. Ακόμα και τα χαλάσματα από τις πίστες ήταν ολόσωστα, τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην φυσική που έπρεπε να ακολουθήσουν όταν γίνονταν σμπαράλια. Ή ακόμα και στις ικανότητες των χαρακτήρων, οι οποίες, αν και περιορισμένες σε αριθμό (θα το αναλύσουμε στη συνέχεια αυτό) ήταν χάρμα οφθαλμών.
Ένα ακόμα στοιχείο, το οποίο εμένα προσωπικά με κέρδισε, ήταν το μέγεθος της πληροφορίας που έδινε το παιχνίδι, αναφορικά με τον κόσμο της Marvel. Τόσο σε μέγεθος, όσο και σε ακρίβεια. Αν δηλαδή είστε από τους τύπους που κρατάνε και την παραμικρή λεπτομέρεια, σίγουρα σε αυτό το κομμάτι θα μείνετε απόλυτα ικανοποιημένοι. Βέβαια, αυτό σχεδόν άγγιξε και το φάσμα των “δυστυχώς” που ανέφερα και πιο πριν. Θα σας πω ένα αρκετά χαρακτηριστικό παράδειγμα για να καταλάβετε τι εννοώ. Κάποια στιγμή το παιχνίδι σε οδηγεί να μιλήσεις (αν θες) στην Magik, μια εκ των χαρακτήρων του παιχνιδιού, η οποία στη συζήτηση που έχετε, αρχίζει να δίνει πληροφορίες για την ομάδα που άνηκε, τους γνωστούς σε όλους X-Men. Εστιάζοντας πολύ, πάρα πολύ, στον αδερφό της, τον Colossus. Και ενώ σου δίνει την ελπίδα ότι ίσως εμφανιστεί στο παιχνίδι, τελικά ήταν μια ακόμη πληροφορία η οποία ήταν εκεί απλά για υπάρχει. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Κάτι το οποίο όμως άρχισε σύντομα να γίνεται κάπως εκνευριστικό, αφού έγινε πολλές φορές. Πάρα πολλές φορές.
Ίσως αυτός να ήταν και ένας τρόπος με τον οποίο ήθελαν οι δημιουργοί του παιχνιδιού να δείξουν ότι έχουν σεβαστεί όπως της αρμόζει τη μυθολογία αυτού του σύμπαντος. Ίσως απλά να έδειξαν λίγο παραπάνω ζήλο από ό,τι θα έπρεπε, δεν πειράζει, δεν μπορεί να τους κατηγορήσει κανείς για αυτό. Σε αυτό όμως που μπορώ να τους πω κάτι και που πάλι έβαλαν πολύ περισσότερο από το επιτρεπτό, είναι το humor. Θέλοντας να ακολουθήσουν λίγο από το στυλ των ταινιών που έγιναν επιτυχίες, κάθε δεύτερη σειρά στο διάλογο ήταν κι από ένα “αστείο”, τις περισσότερες φορές μάλιστα όχι πετυχημένα. Και δεν λέω, ίσως από κάποιους χαρακτήρες να είναι οκ να είναι έτσι το στυλ τους, όμως δεν γίνεται να είναι όλοι λες και βγήκαν από το “Δελφινάριο”. Δέχομαι δηλαδή από τον Iron Man (της μετά Robert Downey Jr. εποχής) ή από κάποιους άλλους πιο μικρούς ηλικιακά ήρωες, να έχουν ένα κομικό στοιχείο, δεν το δέχομαι όμως από χαρακτήρες όπως ο Blade ή η Scarlet Witch. Χάνουν κατά κάποιο τρόπο την ίδια τους την ταυτότητα.
Από την άλλη βέβαια, ασχέτως του τι λένε, δεν μπορώ παρά να μην αναγνωρίσω το πόσο καλή δουλειά έχει γίνει και στο κομμάτι του voice over. Και μπορεί να ήταν λες και έβλεπα μεταγλωττισμένη ισπανική σειρά, καθώς στο παιχνίδι δεν υπήρχε ίχνος της έννοιας lip sync (απλά τραγικό για την εποχή μας), το ηχόχρωμα των όσων άκουγα με έκανε να καταλαβαίνω τα εκάστοτε συναισθήματα του κάθε χαρακτήρα. Μεγάλο respect στους voice actors λοιπόν, που έσωσαν με τη δουλεία τους το ηχητικό κομμάτι.
Και αφού σας μίλησα για τα λίγο πιο τεχνικά κομμάτια του παιχνιδιού, πάμε στον πυρήνα του. Το gameplay, αλλά και την ιστορία που εξελίσσεται κατά τη διάρκεια αυτού. Θα αρχίσω με την ιστορία που είναι λίγο πιο εύκολη και σύντομη.
Μου άρεσε αρκετά. Πάμε παρακάτω τώρα.
Ε, τι περιμένατε να πω; Αν θέλετε να μάθετε τι γίνεται στο παιχνίδι, είτε θα πρέπει να το παίξετε οι ίδιοι, είτε να διαβάσετε ή να δείτε κάποιο βίντεο για αυτό online. Πάντως, αυτό που μπορώ να πω, είναι ότι κι εδώ ακολουθούν κάπως την τεχνική των ταινιών, μιας και στο παιχνίδι, υπάρχει ένα είδος post credit scene, το οποίο μάλλον λειτουργεί σαν μια μικρή διαφήμιση για ένα μελλοντικό DLC, expansion, update, πείτε το όπως θέλετε. Το μόνο σίγουρο όμως είναι ότι πρόκειται να γίνει “χαμός” όταν κυκλοφορήσει.
Αφού ξεμπερδέψαμε και με την ιστορία, ας περάσουμε στο κομμάτι του gameplay. Όπως ανέφερα και στην αρχή, μιλάμε για ένα card game, άρα λοιπόν, πολύ μπακαλίστικα, σε κάθε αποστολή θα πρέπει να έχουμε έτοιμο ένα deck. Το οποίο καθορίζεται από τους ποιους τρεις χαρακτήρες θα χρησιμοποιείτε κάθε φορά. Κάθε χαρακτήρας λοιπόν, έρχεται στην αποστολή με 8 κάρτες, δηλαδή 24 κάρτες σύνολο, συν δύο τρεις ακόμα που είναι κοινές για κάθε deck. Αυτό στο παιχνίδι μεταφράζεται με τις κινήσεις που κάνουν οι χαρακτήρες σας. Δηλαδή, σε ένα γύρο, μπορεί να έχετε κινήσεις μόνο για έναν χαρακτήρα της ομάδας σας, αφήνοντας έτσι τους υπόλοιπους ανενεργούς για λίγο. Σαν παίχτες, έχουμε έναν προκαθορισμένο αριθμό κινήσεων, συνήθως τρεις ανά γύρο, που όμως υπάρχουν ορισμένα mechanics που θα μας επιτρέψουν να κάνουμε περισσότερα. Η γενική ιδέα, οφείλω να ομολογήσω πως είναι αρκετά καλοσχεδιασμένη, μιας που εκτός των κινήσεων, μπορούσα να εκμεταλλευτώ ακόμα και τα αντικείμενα της πίστας, κυρίως πετώντας πάνω τους τους αντιπάλους μου. Επίσης, το να αλλάζεις την θέση που στέκονται οι χαρακτήρες (ένα move action κάθε γύρο) παίζει κι αυτό αρκετά σημαντικό ρόλο στις μάχες, μιας που το displacement είναι βασικό στοιχείο του παιχνιδιού.
Αυτό που δεν μου άρεσε καθόλου όμως, και εδώ έρχεται να “κουμπώσει” η εισαγωγή που έκανα για το Ultimate Alliance, είναι ότι, όποιους χαρακτήρες κι αν αποφασίσετε να χρησιμοποιήσετε στην ομάδα σας, δεν έχουν κανένα τρόπο να συνεργαστούν μέσα στη μάχη. Ναι, υπάρχουν ορισμένα mechanics που ίσως να ταιριάζουν, ελάχιστα, μεταξύ τους, όμως ποτέ δεν χρειάστηκε να κάνω κάποιο, ας το πούμε, combo μεταξύ των χαρακτήρων μου. Υπάρχει μόνο μια κάρτα (από τις 2-3 κοινές), που απλά βάζει δύο από τους χαρακτήρες που έχετε στην ομάδα σας, να κάνουν μια δυνατή επίθεση (ταυτόχρονα) σε έναν εχθρό, κυρίως σαν ένα τελικό δυνατό χτύπημα, αφού το κόστος της είναι αρκετά ακριβό.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα για τις μάχες, αν λάβουμε υπόψη μας και τα μοντέλα των εχθρών που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Συνολικά, από τις λίγο πάνω από 5 ώρες που διαρκεί η ιστορία (αν τρέξεις μόνο τις απαραίτητες για αυτήν αποστολές), είδα διαφορετικά μοντέλα εχθρών τα οποία μπορούσα να μετρήσω στα δάχτυλα των χεριών μου. Επίσης σε παρόμοιο μοτίβο ήταν και οι διαθέσιμες αποστολές που έπρεπε να κάνω, έχοντας μόνο 3-4 διαφορετικούς τύπους αποστολών που έχουν να κάνουν από το “σκότωσε ό,τι κινείται στη πίστα”, μέχρι το “κατέστρεψε ένα μηχάνημα πριν προλάβουν να το χρησιμοποιήσουν τα τσιράκια της Hydra”.
Το παιχνίδι όμως δεν αποτελείται μόνο από αυτές τις αποστολές. Είπαμε, έχει και στοιχεία adventure μέσα. Αυτά τα στοιχεία θα τα βρείτε στο Αβαείο, το οποίο ουσιαστικά είναι η βάση των Midnight Suns. Μια τοποθεσία που βρίσκεται σε μια άλλη διάσταση, στην οποία μπαινοβγαίνουμε χάρη στην ικανότητα της Magik να ανοίγει πύλες μεταξύ ορισμένων διαστάσεων (Limbo).
Στην βάση μας λοιπόν έχουμε να κάνουμε ορισμένα πραγματάκια και εκεί. Αρχικά, είναι το μέρος από όπου μπορούμε να επιλέξουμε τις αποστολές μας. Επιπλέον, είναι το μέρος που “αράζουν” όλοι οι χαρακτήρες της ομάδας μας, επιτρέποντάς μας έτσι να αποκτήσουμε και ένα επίπεδο φιλίας μεταξύ τους. Η gameplay μετάφραση σε αυτό είναι, περισσότερα cosmetic αντικείμενα για τον εκάστοτε χαρακτήρα και ορισμένες passive ικανότητες που μπορεί να χρησιμοποιήσει μέσα στη μάχη.
Αλλά στο θέμα μας, το Αβαείο. Εκτός λοιπόν από την “κοινωνικοποίηση” που πρέπει να κάνετε και την αναβάθμιση των καρτών σας, ένα μεγάλο μέρος του αποτελεί και η εξερεύνησή του. Φυσικά, ένα μυστικιστικό μέρος όπως αυτό, είναι γεμάτο με κρυφά μυστικά, που εννοείται ότι θα πρέπει να τα ανακαλύψετε, ξεκλειδώνοντας στη πορεία μάλιστα και μερικές (4 στον αριθμό) μαγικές ικανότητες, οι οποίες όμως χρησιμοποιούνται ΜΟΝΟ μέσα στο Αβαείο.
Γενικά είναι ένα μέρος που ο σκοπός του είναι να εξελίξει λίγο το κομμάτι της ιστορίας και να σας κρατήσει και λίγο το ενδιαφέρον με την εξερεύνηση, δελεάζοντάς σας με αρκετά cosmetic αντικείμενα τα οποία μπορείτε να ξεκλειδώσετε όσο περισσότερο ψάχνετε το μέρος. Και μιας που ανέφερα τα cosmetic, μπορώ να πω πως υπάρχουν σε αφθονία μέσα στο παιχνίδι και μπορείτε να τα αποκτήσετε από διάφορα σεντούκια που βρίσκονται διάσπαρτα στον χάρτη της βάσης σας. Και πάλι όμως, όχι τίποτα το συναρπαστικό, μιας και τα περισσότερα από αυτά είναι απλά άλλα χρώματα της βασικής ενδυμασίας του κάθε χαρακτήρα ή άλλα casual ρούχα τα οποία φοράνε όσο κόβουν βόλτες στο σαλόνι του μέρους.
Επίσης κάτι ακόμα που πρέπει να αναφέρω, είναι το γεγονός ότι το ίδιο το παιχνίδι, με περιόριζε αρκετά στο τι ήθελα να κάνω. Με πρώτο και κύριο το γεγονός ότι, θέλοντας μάλλον να κρατήσει μια κάποια αληθοφάνεια σε ένα φανταστικό κόσμο, το παιχνίδι είναι χωρισμένο σε “μέρα” και “νύχτα”. Κατά τη διάρκεια της μέρας, μπορείτε να κάνετε μια και μόνο αποστολή, ενώ τα μυστικά του Αβαείου αποκαλύπτονται μόνο κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αν δηλαδή εγώ ήθελα να κάνω πάνω από μία αποστολή, ήταν “no no” για το παιχνίδι. Και, οκ το δέχομαι ότι ίσως να μην ήταν λογικό οι τρεις χαρακτήρες που έχω παίξει μόλις να μπορούν να πάνε στα καπάκια σε άλλη αποστολή. Οι υπόλοιποι όμως (που ήταν και πολλοί σε κάποια φάση) γιατί δεν μπορούσαν να ήταν διαθέσιμοι για κάποια άλλη; Κερδίζοντας έτσι και χρόνο, με το σπαστικό πέσε κοιμήσου και μετά ξύπνα, που μόνο χρόνο χάλαγε τις περισσότερες φορές, αλλά και exp για όσους έμεναν ανενεργοί στη βάση.
Επίσης, κάτι το οποίο πήγε να με τρελάνει, είναι ότι αν ποτέ έκανα το λάθος και ξεκίναγα μια αποστολή, όταν την τελείωνα και επέστρεφα στη βάση, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο. Για κάποιο λόγο το παιχνίδι αποφάσιζε να μεταμορφωθεί σε Ελληνικό Δημόσιο, με τους χαρακτήρες, άπαξ και έχει τελειώσει η βάρδια τους, να μην κάνουν απολύτως τίποτα, πέραν από το να πίνουν το ποτάκι τους στο μπαρ ή να βλέπουν ταινία στην τηλεόραση. Ο Tony Stark δεν σου έκανε upgrade τις κάρτες, ο Dr. Strange σταματούσε να προσπαθεί να αποκρυπτογραφεί τα Artifacts που του πήγαινα και γενικά κανείς δεν ήταν στο πόστο του. Τι κι αν καταστρεφόταν ο κόσμος, αφού αυτοί τελείωσαν το 8ωράκι τους δεν τους καίγεται καρφί. Μόνο ταμπελάκι με την φράση “Εκτός λειτουργίας” τους έλειπε.
Όπως μπορείτε να καταλάβετε, το Marvel’s Midnight Sun με “μπέρδεψε” αρκετά. Είναι ένα αριστούργημα οπτικά, που όμως δεν ήταν τελικά αρκετό για να μου πάρει τα μυαλά. Κατέληξε να είναι ένα αρκετά επαναλαμβανόμενο παιχνίδι, που μπορεί να έχει μερικές πολύ έξυπνες ιδέες, όμως το χάνει στα “σημεία”. Ίσως με τις προσθήκες περισσότερου περιεχομένου η κατάσταση να γίνει αισθητά πιο καλή, όμως για την ώρα, δεν με τρέλανε. Πόσο μάλλον και στα 60€ που είναι η αρχική του τιμή. Αυτή τη στιγμή πάντως είναι σε έκπτωση στο Steam στα 40,19€, οπότε ίσως να είναι μια καλή ευκαιρία να το αποκτήσετε, πάντα με μεγάλη επιφύλαξη και μόνο αν είστε μεγάλος φαν της Marvel.
Βαθμολογία: 7/10
Διαβάστε ακόμη:
Σχόλια 2